κομιτατζής

κομιτατζής
ο
1. μέλος, κυρίως ένοπλο, επαναστατικού κομιτάτου
2. αντάρτης ή άτακτος που ανήκε στο βουλγαρικό κομιτάτο και αγωνιζόταν για την προσάρτηση τής Μακεδονίας στη Βουλγαρία
3. μτφ. άτομο αυταρχικό και βίαιου χαρακτήρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. komitaci < τουρκ. komita < ιταλ. comitato].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κομιτατζής — ο (λ. τουρκ.), αυτός που αποτελεί μέλος ανταρτικού ή επαναστατικού κομιτάτου, ιδιαίτερα μέλος του βουλγαρικού κομιτάτου που επιδίωκε  τον εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας στις αρχές του εικοστού αιώνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Αλεξαντρόφ, Τεοντόρ — (1881 – 1924). Βούλγαρος κομιτατζής. Επέδειξε ιδιαίτερη δραστηριότητα για την αυτονόμηση της Μακεδονίας και συμμάχησε με τους Κροάτες αυτονομιστές. Ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Σταμπολίσκι διέταξε τη σύλληψη και τη φυλάκισή του. Δραπέτευσε όμως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”